«Καταθέτουμε σήμερα προς συζήτηση στην αρμόδια Διαρκή Επιτροπή
Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων το Προσχέδιο του Κρατικού
Προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος 2014.
Προσχέδιο που διαμορφώθηκε σε ένα περιβάλλον σταδιακής
μακροοικονομικής και δημοσιονομικής σταθεροποίησης, το οποίο ήταν
αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών που ανελήφθησαν και υλοποιήθηκαν από την
Ελληνική Κυβέρνηση, από το καλοκαίρι του 2012, για την αντιμετώπιση των
συνθηκών αβεβαιότητας και ασφυξίας, που είχαν συσσωρευθεί.
Προσχέδιο που λαμβάνει υπόψη τις πρώτες θετικές ενδείξεις που καταγράφησαν το 2013, σε συνέχεια και ως αποτέλεσμα των μεγάλων θυσιών της Ελληνικής κοινωνίας.
Συγκεκριμένα, κατά το 2013:
1ον. Η ύφεση επιβραδύνεται και αναθεωρούνται, επί τα βελτίω, οι αρχικές εκτιμήσεις.
Εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 4,0%, έναντι πρόβλεψης για 4,5% στον Προϋπολογισμό του 2013, ενώ ήταν 6,4% το 2012.
2ον. Ο ρυθμός αύξησης της ανεργίας περιορίζεται.
Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των ανέργων έχει μειωθεί.
Το ισοζύγιο των ροών μισθωτής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα είναι θετικό.
Βέβαια η ανεργία παραμένει πολύ υψηλή:
Το μέσο ποσοστό ανεργίας εκτιμάται ότι θα κυμανθεί γύρω στο 27,0%, ενώ η απασχόληση εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 3,5%.
3ον. Επιτυγχάνονται οι στόχοι της δημοσιονομικής πολιτικής που είχαν τεθεί στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής.
Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά.
Εκτιμάται ότι εφέτος θα υπάρξει ένα μικρό αλλά βιώσιμο πρωτογενές πλεόνασμα, ύψους, τουλάχιστον, 340 εκατ. ευρώ.
Και πρόκειται για συντηρητική εκτίμηση.
Και αυτή χωρίς να περιλαμβάνεται η αναδρομική μείωση του επιτοκίου σε χορηγούμενα από τους εταίρους δάνεια.
Χωρίς τη μεταφορά αποδόσεων από τη διακράτηση ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στα χαρτοφυλάκια των Κεντρικών Τραπεζών του Ευρωσυστήματος (ANFAs).
Χωρίς τα ποσά που αντιστοιχούν στα Securities Market Programme (SMPs) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Και με τις επιστροφές φόρων και τις δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων να εκτιμώνται ότι θα διαμορφωθούν στο ύψος του Προϋπολογισμού, υψηλότερες από το 2012.
4ον. Το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σύμφωνα με τη μεθοδολογία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών (ESA 95), και εξαιρώντας την εφάπαξ επίπτωση της στήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, θα περιορισθεί στις 2,4 εκατοστιαίες μονάδες από 6 εκατοστιαίες μονάδες το 2012.
Σε όρους πρωτογενούς αποτελέσματος εκτιμάται ότι θα υπάρξει πλεόνασμα ύψους 3,4 δισ. ευρώ ή 1,9% του ΑΕΠ, έναντι ελλείμματος 1,9 δισ. ευρώ ή 1% του ΑΕΠ το 2012.
Το εν λόγω πλεόνασμα, εάν εξαιρεθεί η επίδραση της ύφεσης και των άλλων συγκυριακών παραγόντων, εκτιμάται ότι θα είναι το υψηλότερο μεταξύ όλων των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, καθώς, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το κυκλικά διορθωμένο πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 6,3% του ΑΕΠ, έναντι 1,7% στην Ευρωζώνη.
5ον. Ο ρυθμός αύξησης, παρά την προσωρινή αύξηση του δημόσιου χρέους, περιορίζεται.
Ωστόσο, αυτή η αύξηση ούτε αιφνίδια είναι ούτε μπορεί να αποτελέσει αιτία για την πρόκληση οποιασδήποτε ανησυχίας.
Είναι παροδική, χρονικά ορισμένη και, το σημαντικότερο, αντιρροπείται από την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων από το Ελληνικό Δημόσιο.
Συγκεκριμένα, αυτή η φαινομενική αύξηση χρέους είναι προϊόν της υποχρέωσης απεικόνισης της εκταμίευσης των κεφαλαίων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προς το Ελληνικό Δημόσιο προκειμένου να επιτευχθεί η χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Ωστόσο, το χρέος που δημιουργείται από την εκταμίευση των κεφαλαίων αντικρίζεται από περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν πλέον ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου, με προβλεπόμενη εκποίησή τους και με προσδιορισμένη αξία μεταπώλησης.
6ον. Οι δαπάνες για τόκους του δημόσιου χρέους μειώνονται.
Θα διαμορφωθούν στα 6,1 δισ. ευρώ, από 12,2 δισ. ευρώ το 2012.
Μείωση κατά το ήμισυ.
Αυτή η μεγάλη μείωση από το 2012 και μετά, οφείλεται στη μείωση του ύψους του δημόσιου χρέους μετά την ανταλλαγή των ομολόγων (PSI) του Μαρτίου του 2012 και την επαναγορά του Δεκεμβρίου του 2012, τη μείωση του περιθωρίου επιτοκίου των δανείων του Μηχανισμού Στήριξης και την αναβολή καταβολής τόκων για τα δάνεια που χορηγήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Πιο αναλυτικά, σε ότι αφορά τα έσοδα και τις δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για εφέτος:
Τα καθαρά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού, μετά τη μείωση των επιστροφών, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 47 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας υστέρηση περίπου 1,5 δισ. ευρώ έναντι του στόχου του επικαιροποιημένου ΜΠΔΣ.
Σε αυτή την υστέρηση συμπεριλαμβάνονται και 723 εκατ. ευρώ για επιστροφές φόρων παρελθόντων οικονομικών ετών που εξοφλούνται από την ειδική πίστωση και των οποίων η επίδραση είναι δημοσιονομικά ουδέτερη στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης.
Αν αφαιρεθεί αυτό το ποσό, τότε η πραγματική απόκλιση έναντι του στόχου, σε ταμειακή βάση, περιορίζεται στα 805 εκατ. ευρώ.
Η απόκλιση αυτή υπερκαλύπτεται σε δημοσιονομική βάση, μετά τις εθνικολογιστικές προσαρμογές, από τις εξής πηγές:
Την τελευταία δόση του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων που θα εισπραχθεί τον Ιανουάριο του 2014, λόγω της παράτασης που είχε δοθεί στην υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, ύψους περίπου 100 εκατ. ευρώ.
Τις εισπράξεις των φόρων περιουσίας (ΦΑΠ 2013) και των φόρων περιουσίας παρελθόντων οικονομικών ετών (ΦΑΠ 2011 και 2012) τους δύο πρώτους μήνες του 2014, καθώς δόθηκε η δυνατότητα αποπληρωμής των φόρων αυτών σε δόσεις που ολοκληρώνονται το Φεβρουάριο του 2014, ύψους περίπου 350 εκατ. ευρώ.
Τις εισπράξεις του Έκτακτου Ειδικού Τέλους Ακινήτων (ΕΕΤΑ 2013) μέχρι και το Μάρτιο του 2014, ύψους περίπου 180 εκατ. ευρώ.
Την απόδοση από την Τράπεζα της Ελλάδος στο Ελληνικό Δημόσιο του εναπομένοντος υπολοίπου κερδών της για τη χρήση 2013, με την εκτιμώμενη καταβολή μερίσματος ύψους 480 εκατ. ευρώ.
Κατόπιν αυτών των προσαρμογών, ύψους περίπου 1,1 δισ. ευρώ, προκύπτει ότι τα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού εφέτος, σε δημοσιονομική βάση, κινούνται στο πλαίσιο των στόχων που είχαν τεθεί, γεγονός που συμβαίνει για πρώτη φορά την τελευταία πενταετία.
Μάλιστα η εξέλιξη αυτή καταγράφεται σε ένα έτος που για πρώτη φορά την τελευταία περίοδο, επήλθαν στοχευμένες ελαφρύνσεις σε φόρους, όπως είναι η μείωση κατά 15% στο Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ακινήτων και η μείωση κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση.
Η επίτευξη των στόχων των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού, εντός του 6ου έτους ύφεσης, συνιστά θετική προοπτική για την επίτευξη του στόχου των εσόδων και για το 2014.
Οι συνολικές δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 52,6 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 885 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου του επικαιροποιημένου ΜΠΔΣ.
Η εξέλιξη αυτή αποτυπώνει το γεγονός ότι έχει ελεγχθεί η διαχείριση και έχει προωθηθεί η πειθαρχία στο σκέλος των δημόσιων δαπανών, με αποτέλεσμα η απόδοση των παρεμβάσεων δημοσιονομικής πολιτικής να ανταποκρίνεται στις αρχικές εκτιμήσεις.
Σε κάθε περίπτωση, αυτές οι θετικές ενδείξεις αποτελούν εφαλτήριο για συνέχιση του εγχειρήματος και όχι αφορμή για εφησυχασμό, καθώς τα χρόνια διαρθρωτικά και δημοσιονομικά προβλήματα της Ελληνικής οικονομίας, που καθήλωναν τη μακροχρόνια ανταγωνιστικότητα και δυναμική της, δεν έχουν αντιμετωπιστεί σε όλο τους το εύρος.
Προς την κατεύθυνση αυτή, απαιτείται η συνέχιση της υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και θεσμικών αλλαγών, η περαιτέρω προώθηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και η επιτάχυνση των δομικών αλλαγών για τη βελτίωση του επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος.
Δηλαδή, ο περαιτέρω εμπλουτισμός του δημοσιονομικού εγχειρήματος με αναπτυξιακές δράσεις και μέτρα που θα συμβάλλουν καθοριστικά στην επαναφορά της πραγματικής οικονομικής δραστηριότητας σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης, αφού η δημοσιονομική εξυγίανση, προσαρμογή και πειθαρχία, αν και αναγκαία, δεν αποτελεί από μόνη της ικανή συνθήκη για την έξοδο από την κρίση.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, το οποίο ενσωματώνει τις προβλέψεις και τα στοιχεία της ευρύτερης εθνικής προσπάθειας για τη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών και την ανάταξη της πραγματικής οικονομίας, διαμορφώνεται ο Κρατικός Προϋπολογισμός για το 2014.
Ένας Προϋπολογισμός, ο οποίος κεφαλαιοποιεί την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος την προηγούμενη χρονιά και δομείται στη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, στον εκσυγχρονισμό των διοικητικών δομών του Δημοσίου, στην εξυγίανση πτυχών των δημόσιων οικονομικών, στην περαιτέρω προώθηση των διαδικασιών υλοποίησης των αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, και στις αλλαγές, σε όρους οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης, του φορολογικού συστήματος.
Συγκεκριμένα, το 2014:
1ον. Η Ελληνική οικονομία προβλέπεται να εξέλθει από την παρατεταμένη ύφεση συρρίκνωσης και το ΑΕΠ θα σημειώσει θετικό ρυθμό μεταβολής (+0,6%).
Κυρίως λόγω της ανάκαμψης των επενδύσεων και της ενίσχυσης των εξαγωγών.
Εκτιμάται ότι θετικές επιδράσεις στην πραγματική οικονομία θα έχουν η υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων από πόρους του ΕΣΠΑ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, η ολοκλήρωση της προγραμματισμένης διαδικασίας αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, η περαιτέρω βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κόστους και η επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων.
Καθοριστική προβλέπεται να είναι και η βελτίωση στις συνθήκες ρευστότητας της οικονομίας, που αναμένεται να επηρεαστούν θετικά από την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης και αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος.
2ον. Το ποσοστό ανεργίας, αντιδρώντας με κάποιο βαθμό υστέρησης στην πορεία της οικονομικής δραστηριότητας, προβλέπεται να αρχίσει σταδιακά να μειώνεται.
Εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 26% του εργατικού δυναμικού.
Η απασχόληση προβλέπεται να αυξηθεί κατά 0,6%, λόγω της ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας και των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας.
3ον. Το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με τους όρους του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 2,8 δισ. ευρώ ή στο 1,6% του ΑΕΠ, έναντι στόχου για 1,5% του ΑΕΠ.
Από 344 εκατ. ευρώ ή 0,2% του ΑΕΠ εφέτος.
Η βελτίωση αυτή του πρωτογενούς αποτελέσματος θα προέλθει, κυρίως, από τη βελτίωση του αποτελέσματος του ισοζυγίου του Κρατικού Προϋπολογισμού, τόσο στο σκέλος των εσόδων όσο και των δαπανών.
4ον. Το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 4,3 δισ. ευρώ ή στο 2,4% του ΑΕΠ το 2014.
Ενώ το πρωτογενές αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 5,3 δισ. ευρώ ή στο 2,9% του ΑΕΠ, από 3,4 δισ. ευρώ ή 1,9% του ΑΕΠ εφέτος.
5ον. Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 319,4 δισ. ευρώ ή στο 174,5% του ΑΕΠ.
Για πρώτη φορά προβλέπεται ότι το χρέος θα μειωθεί το 2014 ως απόλυτο μέγεθος, σε σχέση με το 2013, λόγω, κυρίως, της επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος, της συγκράτησης των δαπανών για τόκους και της υλοποίησης του προγράμματος των αποκρατικοποιήσεων.
Σημειώνεται βέβαια ότι το ζήτημα της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους παραμένει ανοικτό.
Η χώρα οφείλει να «φρενάρει» ριζικά την αυξητική δυναμική και να αντιστρέψει την τάση τόσο ως απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Αυτό θα πραγματοποιηθεί με την επίτευξη διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων και με τον εμπλουτισμό του μίγματος της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής και την ισχυροποίηση των αναπτυξιακών εργαλείων.
Με την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών και αποκρατικοποιήσεων, με τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.
Παράλληλα και εφόσον εμείς είμαστε συνεπείς προς τις δεσμεύσεις μας, θα αξιώσουμε, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012, την έμπρακτη συμβολή των εταίρων μας στην ελάφρυνση του δημοσίου χρέους.
Θα αναζητήσουμε, μέσα από την διαπραγμάτευση, τους βέλτιστους τρόπους.
Πιο αναλυτικά, σε ότι αφορά τα έσοδα και τις δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2014:
Τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού προβλέπεται να ανέλθουν στα 54,5 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 4,6% έναντι του 2013.
Η αύξηση αυτή δεν προέρχεται από την ψήφιση νέων φόρων.
Προέρχεται:
Από τις αυξημένες εισπράξεις κατά 1,1 δισ. ευρώ περίπου των δύο πρώτων μηνών του 2014. Το ποσό αυτό όμως, όπως προαναφέρθηκε, καθώς αφορά αποπληρωμή δόσεων για εφετινές φορολογικές υποχρεώσεις, θα καταγραφεί στο δημοσιονομικό έτος 2013, μετά τις προβλεπόμενες εθνικολογιστικές προσαρμογές.
Από τις ευνοϊκότερες προβλέψεις συγκεκριμένων μακροοικονομικών μεταβλητών (π.χ. ιδιωτική κατανάλωση), οι οποίες είναι βελτιωμένες έναντι των προβλέψεων που είχαν ληφθεί υπόψη κατά την κατάρτιση του επικαιροποιημένου ΜΠΔΣ και επηρεάζουν, επί τα βελτίω, τις προβλέψεις για το 2014 (π.χ. έσοδα ΦΠΑ).
Από τις εκτιμήσεις για σταδιακή αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης από το επόμενο έτος, καθώς και τις εκτιμήσεις της φορολογικής διοίκησης για την απόδοση συγκεκριμένων δράσεων που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων των τελευταίων ετών για την είσπραξη ληξιπροθέσμων οφειλών και καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.
Τονίζεται ότι οι ως άνω εκτιμήσεις βασίζονται σε ευρήματα μελετών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ και τελούν υπό αξιολόγηση, ενώ η εξειδίκευση των δράσεων της φορολογικής διοίκησης θα συνεχιστεί μέχρι και την κατάρτιση του Σχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού σε συνεργασία με την Τεχνική Βοήθεια που παρέχεται από τους εταίρους.
Οι πρωτογενείς δαπάνες προβλέπεται να διαμορφωθούν περίπου στα 42 δισ. ευρώ. Ενδεικτικά:
Οι δαπάνες για μισθούς και συντάξεις θα είναι οριακά μειωμένες, κατά 133 εκατ. ευρώ, σε σχέση με τις εκτιμήσεις για το 2013, λόγω των παρεμβάσεων που είχαν προβλεφθεί στο επικαιροποιημένο ΜΠΔΣ, όπως ο περιορισμός των προσλήψεων αναπληρωτών καθηγητών λόγω της αύξησης των ωρών διδασκαλίας, ο περιορισμός του προσωπικού που υπηρετεί με συμβάσεις και η μείωση του αριθμού των εισακτέων στις παραγωγικές σχολές. Επισημαίνεται ότι στις παραπάνω πιστώσεις δεν περιλαμβάνεται η περικοπή που είχε προβλεφθεί ύψους 336 εκατ. ευρώ σε ακαθάριστη βάση (144 εκατ. ευρώ στους μισθούς και 192 εκατ. ευρώ στις συντάξεις) από την εφαρμογή νέου μισθολογίου στους ένστολους.
Οι επιχορηγήσεις των ασφαλιστικών ταμείων και των νοσοκομείων προβλέπονται μειωμένες. Σημειώνεται ότι στις σχετικές εκτιμήσεις δεν περιλαμβάνεται και το μέτρο επιβολής εισφοράς επί του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων, το οποίο θα ενίσχυε τα έσοδα του ΟΑΕΕ. Σε αντιστάθμισμα αυτού, το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας επεξεργάζεται στοχευμένες παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό σύστημα οι οποίες τελούν υπό αξιολόγηση.
Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 7 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 350 εκατ. ευρώ σε σχέση με τις εκτιμήσεις για το 2013.
Συμπερασματικά, είναι γνωστό ότι την τελευταία τριετία η Ελληνική οικονομία έχει βρεθεί σε μία επώδυνη δοκιμασία βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης και πρωτοφανούς ανεργίας.
Οι πολίτες κατέβαλαν τεράστιες θυσίες τόσο σε όρους δημοσιονομικής προσαρμογής, όσο και σε όρους βιοτικού επιπέδου.
Ωστόσο, από εφέτος αυτές οι θυσίες άρχισαν να πιάνουν τόπο, διαμορφώνοντας τις πρώτες ενδείξεις για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση.
Με τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2014 αυτά τα πρώτα σημαντικά επιτεύγματα κεφαλαιοποιούνται, παγιώνοντας τη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών και ενδυναμώνοντας τις συνθήκες για τη σταδιακή επιστροφή σε τροχιά ανάπτυξης.
Με γνώμονα, συνεπώς, την κρισιμότητα των στιγμών και το μέγεθος της προσπάθειας που έχει καταβάλλει μέχρι σήμερα η Ελληνική κοινωνία, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τόσο το ότι βρισκόμαστε σε διαδικασία διαπραγματεύσεων με τους εταίρους μας για τη διαμόρφωση του νέου Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, όσο και την επιτακτική ανάγκη για συνεννόηση και συνεργασία όλων των μελών του Κοινοβουλίου, προσβλέπουμε σε μια ειλικρινή και δημιουργική συζήτηση επί του Προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2014.
Βεβαίως και θα ανταποκριθούμε στο χρέος μας για συνεχή ενημέρωση της Εθνικής Αντιπροσωπείας, λόγω των εξωγενών και ενδογενών αβεβαιοτήτων και περιορισμών, μέχρι την κατάθεση του οριστικού σχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2014».
Δείτε εδώ το προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2014.
Προσχέδιο που λαμβάνει υπόψη τις πρώτες θετικές ενδείξεις που καταγράφησαν το 2013, σε συνέχεια και ως αποτέλεσμα των μεγάλων θυσιών της Ελληνικής κοινωνίας.
Συγκεκριμένα, κατά το 2013:
1ον. Η ύφεση επιβραδύνεται και αναθεωρούνται, επί τα βελτίω, οι αρχικές εκτιμήσεις.
Εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 4,0%, έναντι πρόβλεψης για 4,5% στον Προϋπολογισμό του 2013, ενώ ήταν 6,4% το 2012.
2ον. Ο ρυθμός αύξησης της ανεργίας περιορίζεται.
Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των ανέργων έχει μειωθεί.
Το ισοζύγιο των ροών μισθωτής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα είναι θετικό.
Βέβαια η ανεργία παραμένει πολύ υψηλή:
Το μέσο ποσοστό ανεργίας εκτιμάται ότι θα κυμανθεί γύρω στο 27,0%, ενώ η απασχόληση εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 3,5%.
3ον. Επιτυγχάνονται οι στόχοι της δημοσιονομικής πολιτικής που είχαν τεθεί στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής.
Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά.
Εκτιμάται ότι εφέτος θα υπάρξει ένα μικρό αλλά βιώσιμο πρωτογενές πλεόνασμα, ύψους, τουλάχιστον, 340 εκατ. ευρώ.
Και πρόκειται για συντηρητική εκτίμηση.
Και αυτή χωρίς να περιλαμβάνεται η αναδρομική μείωση του επιτοκίου σε χορηγούμενα από τους εταίρους δάνεια.
Χωρίς τη μεταφορά αποδόσεων από τη διακράτηση ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στα χαρτοφυλάκια των Κεντρικών Τραπεζών του Ευρωσυστήματος (ANFAs).
Χωρίς τα ποσά που αντιστοιχούν στα Securities Market Programme (SMPs) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Και με τις επιστροφές φόρων και τις δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων να εκτιμώνται ότι θα διαμορφωθούν στο ύψος του Προϋπολογισμού, υψηλότερες από το 2012.
4ον. Το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σύμφωνα με τη μεθοδολογία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών (ESA 95), και εξαιρώντας την εφάπαξ επίπτωση της στήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, θα περιορισθεί στις 2,4 εκατοστιαίες μονάδες από 6 εκατοστιαίες μονάδες το 2012.
Σε όρους πρωτογενούς αποτελέσματος εκτιμάται ότι θα υπάρξει πλεόνασμα ύψους 3,4 δισ. ευρώ ή 1,9% του ΑΕΠ, έναντι ελλείμματος 1,9 δισ. ευρώ ή 1% του ΑΕΠ το 2012.
Το εν λόγω πλεόνασμα, εάν εξαιρεθεί η επίδραση της ύφεσης και των άλλων συγκυριακών παραγόντων, εκτιμάται ότι θα είναι το υψηλότερο μεταξύ όλων των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, καθώς, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το κυκλικά διορθωμένο πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 6,3% του ΑΕΠ, έναντι 1,7% στην Ευρωζώνη.
5ον. Ο ρυθμός αύξησης, παρά την προσωρινή αύξηση του δημόσιου χρέους, περιορίζεται.
Ωστόσο, αυτή η αύξηση ούτε αιφνίδια είναι ούτε μπορεί να αποτελέσει αιτία για την πρόκληση οποιασδήποτε ανησυχίας.
Είναι παροδική, χρονικά ορισμένη και, το σημαντικότερο, αντιρροπείται από την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων από το Ελληνικό Δημόσιο.
Συγκεκριμένα, αυτή η φαινομενική αύξηση χρέους είναι προϊόν της υποχρέωσης απεικόνισης της εκταμίευσης των κεφαλαίων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προς το Ελληνικό Δημόσιο προκειμένου να επιτευχθεί η χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Ωστόσο, το χρέος που δημιουργείται από την εκταμίευση των κεφαλαίων αντικρίζεται από περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν πλέον ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου, με προβλεπόμενη εκποίησή τους και με προσδιορισμένη αξία μεταπώλησης.
6ον. Οι δαπάνες για τόκους του δημόσιου χρέους μειώνονται.
Θα διαμορφωθούν στα 6,1 δισ. ευρώ, από 12,2 δισ. ευρώ το 2012.
Μείωση κατά το ήμισυ.
Αυτή η μεγάλη μείωση από το 2012 και μετά, οφείλεται στη μείωση του ύψους του δημόσιου χρέους μετά την ανταλλαγή των ομολόγων (PSI) του Μαρτίου του 2012 και την επαναγορά του Δεκεμβρίου του 2012, τη μείωση του περιθωρίου επιτοκίου των δανείων του Μηχανισμού Στήριξης και την αναβολή καταβολής τόκων για τα δάνεια που χορηγήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Πιο αναλυτικά, σε ότι αφορά τα έσοδα και τις δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για εφέτος:
Τα καθαρά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού, μετά τη μείωση των επιστροφών, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 47 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας υστέρηση περίπου 1,5 δισ. ευρώ έναντι του στόχου του επικαιροποιημένου ΜΠΔΣ.
Σε αυτή την υστέρηση συμπεριλαμβάνονται και 723 εκατ. ευρώ για επιστροφές φόρων παρελθόντων οικονομικών ετών που εξοφλούνται από την ειδική πίστωση και των οποίων η επίδραση είναι δημοσιονομικά ουδέτερη στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης.
Αν αφαιρεθεί αυτό το ποσό, τότε η πραγματική απόκλιση έναντι του στόχου, σε ταμειακή βάση, περιορίζεται στα 805 εκατ. ευρώ.
Η απόκλιση αυτή υπερκαλύπτεται σε δημοσιονομική βάση, μετά τις εθνικολογιστικές προσαρμογές, από τις εξής πηγές:
Την τελευταία δόση του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων που θα εισπραχθεί τον Ιανουάριο του 2014, λόγω της παράτασης που είχε δοθεί στην υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, ύψους περίπου 100 εκατ. ευρώ.
Τις εισπράξεις των φόρων περιουσίας (ΦΑΠ 2013) και των φόρων περιουσίας παρελθόντων οικονομικών ετών (ΦΑΠ 2011 και 2012) τους δύο πρώτους μήνες του 2014, καθώς δόθηκε η δυνατότητα αποπληρωμής των φόρων αυτών σε δόσεις που ολοκληρώνονται το Φεβρουάριο του 2014, ύψους περίπου 350 εκατ. ευρώ.
Τις εισπράξεις του Έκτακτου Ειδικού Τέλους Ακινήτων (ΕΕΤΑ 2013) μέχρι και το Μάρτιο του 2014, ύψους περίπου 180 εκατ. ευρώ.
Την απόδοση από την Τράπεζα της Ελλάδος στο Ελληνικό Δημόσιο του εναπομένοντος υπολοίπου κερδών της για τη χρήση 2013, με την εκτιμώμενη καταβολή μερίσματος ύψους 480 εκατ. ευρώ.
Κατόπιν αυτών των προσαρμογών, ύψους περίπου 1,1 δισ. ευρώ, προκύπτει ότι τα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού εφέτος, σε δημοσιονομική βάση, κινούνται στο πλαίσιο των στόχων που είχαν τεθεί, γεγονός που συμβαίνει για πρώτη φορά την τελευταία πενταετία.
Μάλιστα η εξέλιξη αυτή καταγράφεται σε ένα έτος που για πρώτη φορά την τελευταία περίοδο, επήλθαν στοχευμένες ελαφρύνσεις σε φόρους, όπως είναι η μείωση κατά 15% στο Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ακινήτων και η μείωση κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση.
Η επίτευξη των στόχων των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού, εντός του 6ου έτους ύφεσης, συνιστά θετική προοπτική για την επίτευξη του στόχου των εσόδων και για το 2014.
Οι συνολικές δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 52,6 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 885 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου του επικαιροποιημένου ΜΠΔΣ.
Η εξέλιξη αυτή αποτυπώνει το γεγονός ότι έχει ελεγχθεί η διαχείριση και έχει προωθηθεί η πειθαρχία στο σκέλος των δημόσιων δαπανών, με αποτέλεσμα η απόδοση των παρεμβάσεων δημοσιονομικής πολιτικής να ανταποκρίνεται στις αρχικές εκτιμήσεις.
Σε κάθε περίπτωση, αυτές οι θετικές ενδείξεις αποτελούν εφαλτήριο για συνέχιση του εγχειρήματος και όχι αφορμή για εφησυχασμό, καθώς τα χρόνια διαρθρωτικά και δημοσιονομικά προβλήματα της Ελληνικής οικονομίας, που καθήλωναν τη μακροχρόνια ανταγωνιστικότητα και δυναμική της, δεν έχουν αντιμετωπιστεί σε όλο τους το εύρος.
Προς την κατεύθυνση αυτή, απαιτείται η συνέχιση της υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και θεσμικών αλλαγών, η περαιτέρω προώθηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και η επιτάχυνση των δομικών αλλαγών για τη βελτίωση του επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος.
Δηλαδή, ο περαιτέρω εμπλουτισμός του δημοσιονομικού εγχειρήματος με αναπτυξιακές δράσεις και μέτρα που θα συμβάλλουν καθοριστικά στην επαναφορά της πραγματικής οικονομικής δραστηριότητας σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης, αφού η δημοσιονομική εξυγίανση, προσαρμογή και πειθαρχία, αν και αναγκαία, δεν αποτελεί από μόνη της ικανή συνθήκη για την έξοδο από την κρίση.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, το οποίο ενσωματώνει τις προβλέψεις και τα στοιχεία της ευρύτερης εθνικής προσπάθειας για τη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών και την ανάταξη της πραγματικής οικονομίας, διαμορφώνεται ο Κρατικός Προϋπολογισμός για το 2014.
Ένας Προϋπολογισμός, ο οποίος κεφαλαιοποιεί την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος την προηγούμενη χρονιά και δομείται στη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, στον εκσυγχρονισμό των διοικητικών δομών του Δημοσίου, στην εξυγίανση πτυχών των δημόσιων οικονομικών, στην περαιτέρω προώθηση των διαδικασιών υλοποίησης των αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, και στις αλλαγές, σε όρους οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης, του φορολογικού συστήματος.
Συγκεκριμένα, το 2014:
1ον. Η Ελληνική οικονομία προβλέπεται να εξέλθει από την παρατεταμένη ύφεση συρρίκνωσης και το ΑΕΠ θα σημειώσει θετικό ρυθμό μεταβολής (+0,6%).
Κυρίως λόγω της ανάκαμψης των επενδύσεων και της ενίσχυσης των εξαγωγών.
Εκτιμάται ότι θετικές επιδράσεις στην πραγματική οικονομία θα έχουν η υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων από πόρους του ΕΣΠΑ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, η ολοκλήρωση της προγραμματισμένης διαδικασίας αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, η περαιτέρω βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κόστους και η επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων.
Καθοριστική προβλέπεται να είναι και η βελτίωση στις συνθήκες ρευστότητας της οικονομίας, που αναμένεται να επηρεαστούν θετικά από την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης και αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος.
2ον. Το ποσοστό ανεργίας, αντιδρώντας με κάποιο βαθμό υστέρησης στην πορεία της οικονομικής δραστηριότητας, προβλέπεται να αρχίσει σταδιακά να μειώνεται.
Εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 26% του εργατικού δυναμικού.
Η απασχόληση προβλέπεται να αυξηθεί κατά 0,6%, λόγω της ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας και των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας.
3ον. Το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με τους όρους του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 2,8 δισ. ευρώ ή στο 1,6% του ΑΕΠ, έναντι στόχου για 1,5% του ΑΕΠ.
Από 344 εκατ. ευρώ ή 0,2% του ΑΕΠ εφέτος.
Η βελτίωση αυτή του πρωτογενούς αποτελέσματος θα προέλθει, κυρίως, από τη βελτίωση του αποτελέσματος του ισοζυγίου του Κρατικού Προϋπολογισμού, τόσο στο σκέλος των εσόδων όσο και των δαπανών.
4ον. Το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 4,3 δισ. ευρώ ή στο 2,4% του ΑΕΠ το 2014.
Ενώ το πρωτογενές αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 5,3 δισ. ευρώ ή στο 2,9% του ΑΕΠ, από 3,4 δισ. ευρώ ή 1,9% του ΑΕΠ εφέτος.
5ον. Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 319,4 δισ. ευρώ ή στο 174,5% του ΑΕΠ.
Για πρώτη φορά προβλέπεται ότι το χρέος θα μειωθεί το 2014 ως απόλυτο μέγεθος, σε σχέση με το 2013, λόγω, κυρίως, της επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος, της συγκράτησης των δαπανών για τόκους και της υλοποίησης του προγράμματος των αποκρατικοποιήσεων.
Σημειώνεται βέβαια ότι το ζήτημα της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους παραμένει ανοικτό.
Η χώρα οφείλει να «φρενάρει» ριζικά την αυξητική δυναμική και να αντιστρέψει την τάση τόσο ως απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Αυτό θα πραγματοποιηθεί με την επίτευξη διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων και με τον εμπλουτισμό του μίγματος της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής και την ισχυροποίηση των αναπτυξιακών εργαλείων.
Με την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών και αποκρατικοποιήσεων, με τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.
Παράλληλα και εφόσον εμείς είμαστε συνεπείς προς τις δεσμεύσεις μας, θα αξιώσουμε, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012, την έμπρακτη συμβολή των εταίρων μας στην ελάφρυνση του δημοσίου χρέους.
Θα αναζητήσουμε, μέσα από την διαπραγμάτευση, τους βέλτιστους τρόπους.
Πιο αναλυτικά, σε ότι αφορά τα έσοδα και τις δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2014:
Τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού προβλέπεται να ανέλθουν στα 54,5 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 4,6% έναντι του 2013.
Η αύξηση αυτή δεν προέρχεται από την ψήφιση νέων φόρων.
Προέρχεται:
Από τις αυξημένες εισπράξεις κατά 1,1 δισ. ευρώ περίπου των δύο πρώτων μηνών του 2014. Το ποσό αυτό όμως, όπως προαναφέρθηκε, καθώς αφορά αποπληρωμή δόσεων για εφετινές φορολογικές υποχρεώσεις, θα καταγραφεί στο δημοσιονομικό έτος 2013, μετά τις προβλεπόμενες εθνικολογιστικές προσαρμογές.
Από τις ευνοϊκότερες προβλέψεις συγκεκριμένων μακροοικονομικών μεταβλητών (π.χ. ιδιωτική κατανάλωση), οι οποίες είναι βελτιωμένες έναντι των προβλέψεων που είχαν ληφθεί υπόψη κατά την κατάρτιση του επικαιροποιημένου ΜΠΔΣ και επηρεάζουν, επί τα βελτίω, τις προβλέψεις για το 2014 (π.χ. έσοδα ΦΠΑ).
Από τις εκτιμήσεις για σταδιακή αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης από το επόμενο έτος, καθώς και τις εκτιμήσεις της φορολογικής διοίκησης για την απόδοση συγκεκριμένων δράσεων που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων των τελευταίων ετών για την είσπραξη ληξιπροθέσμων οφειλών και καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.
Τονίζεται ότι οι ως άνω εκτιμήσεις βασίζονται σε ευρήματα μελετών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ και τελούν υπό αξιολόγηση, ενώ η εξειδίκευση των δράσεων της φορολογικής διοίκησης θα συνεχιστεί μέχρι και την κατάρτιση του Σχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού σε συνεργασία με την Τεχνική Βοήθεια που παρέχεται από τους εταίρους.
Οι πρωτογενείς δαπάνες προβλέπεται να διαμορφωθούν περίπου στα 42 δισ. ευρώ. Ενδεικτικά:
Οι δαπάνες για μισθούς και συντάξεις θα είναι οριακά μειωμένες, κατά 133 εκατ. ευρώ, σε σχέση με τις εκτιμήσεις για το 2013, λόγω των παρεμβάσεων που είχαν προβλεφθεί στο επικαιροποιημένο ΜΠΔΣ, όπως ο περιορισμός των προσλήψεων αναπληρωτών καθηγητών λόγω της αύξησης των ωρών διδασκαλίας, ο περιορισμός του προσωπικού που υπηρετεί με συμβάσεις και η μείωση του αριθμού των εισακτέων στις παραγωγικές σχολές. Επισημαίνεται ότι στις παραπάνω πιστώσεις δεν περιλαμβάνεται η περικοπή που είχε προβλεφθεί ύψους 336 εκατ. ευρώ σε ακαθάριστη βάση (144 εκατ. ευρώ στους μισθούς και 192 εκατ. ευρώ στις συντάξεις) από την εφαρμογή νέου μισθολογίου στους ένστολους.
Οι επιχορηγήσεις των ασφαλιστικών ταμείων και των νοσοκομείων προβλέπονται μειωμένες. Σημειώνεται ότι στις σχετικές εκτιμήσεις δεν περιλαμβάνεται και το μέτρο επιβολής εισφοράς επί του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων, το οποίο θα ενίσχυε τα έσοδα του ΟΑΕΕ. Σε αντιστάθμισμα αυτού, το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας επεξεργάζεται στοχευμένες παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό σύστημα οι οποίες τελούν υπό αξιολόγηση.
Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 7 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 350 εκατ. ευρώ σε σχέση με τις εκτιμήσεις για το 2013.
Συμπερασματικά, είναι γνωστό ότι την τελευταία τριετία η Ελληνική οικονομία έχει βρεθεί σε μία επώδυνη δοκιμασία βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης και πρωτοφανούς ανεργίας.
Οι πολίτες κατέβαλαν τεράστιες θυσίες τόσο σε όρους δημοσιονομικής προσαρμογής, όσο και σε όρους βιοτικού επιπέδου.
Ωστόσο, από εφέτος αυτές οι θυσίες άρχισαν να πιάνουν τόπο, διαμορφώνοντας τις πρώτες ενδείξεις για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση.
Με τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2014 αυτά τα πρώτα σημαντικά επιτεύγματα κεφαλαιοποιούνται, παγιώνοντας τη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών και ενδυναμώνοντας τις συνθήκες για τη σταδιακή επιστροφή σε τροχιά ανάπτυξης.
Με γνώμονα, συνεπώς, την κρισιμότητα των στιγμών και το μέγεθος της προσπάθειας που έχει καταβάλλει μέχρι σήμερα η Ελληνική κοινωνία, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τόσο το ότι βρισκόμαστε σε διαδικασία διαπραγματεύσεων με τους εταίρους μας για τη διαμόρφωση του νέου Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, όσο και την επιτακτική ανάγκη για συνεννόηση και συνεργασία όλων των μελών του Κοινοβουλίου, προσβλέπουμε σε μια ειλικρινή και δημιουργική συζήτηση επί του Προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2014.
Βεβαίως και θα ανταποκριθούμε στο χρέος μας για συνεχή ενημέρωση της Εθνικής Αντιπροσωπείας, λόγω των εξωγενών και ενδογενών αβεβαιοτήτων και περιορισμών, μέχρι την κατάθεση του οριστικού σχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2014».
Δείτε εδώ το προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου