Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

Έξι μήνες προθεσμία για τον αναδρομικό έλεγχο «πόθεν έσχες»

Κατατέθηκε από τον υπουργό Δικαιοσύνης, Χαράλαμπο Αθανασίου, η τροπολογία με την οποία παρατείνεται η προθεσμία ολοκλήρωσης του αναδρομικού ελέγχου των πόθεν έσχες, της περιόδου 1974- 2012 για όσους κατείχαν κρίσιμες δημόσιες ιδιότητες.
Η παράταση θα είναι εξάμηνη και όχι ετήσια, όπως προέβλεπε η αρχική τροπολογία η οποία είχε κατατεθεί πριν από λίγες ημέρες από βουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ σε νομοσχέδιο αρμοδιότητας του υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Αυτή τη φορά, η τροπολογία για τον αναδρομικό έλεγχο πόθεν έσχες υπογράφεται από τον υπουργό Δικαιοσύνης και έχει κατατεθεί στον Κώδικα Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης, που εισάγεται αύριο προς συζήτηση στην Ολομέλεια.
 Τροπολογία στο σχέδιο νόμου «Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης».
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Από την μέχρι τώρα εφαρμογή των σχετικών διατάξεων για τον αναδρομικό έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης δημοσίων προσώπων, ανέκυψαν δυσχέρειες. Με τις προτεινόμενες διατάξεις αντιμετωπίζονται οι δυσχέρειες αυτές, έτσι ώστε ο ανωτέρω αναδρομικός έλεγχος να καθίσταται περισσότερο λειτουργικός και αποτελεσματικός. Συγκεκριμένα, ο έλεγχος κατευθύνεται στην αποτροπή και καταστολή της αθέμιτης απόκτησης περιουσιακού οφέλους κατά το χρόνο κτήσης της κρίσιμης δημόσιας ιδιότητας.
Ειδικότερα, παρατείνεται η προθεσμία περατώσεως του αναδρομικού ελέγχου του ν.4065/2012 , και απλοποιείται το αντικείμενο του, ιδίως ως προς το χρόνο ενάρξεως, που συνδέεται με την ανάληψη της κρίσιμης ιδιότητας, τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά, και τον κύριο προσανατολισμό του, που είναι η αναζήτηση τυχόν αθέμιτης περιουσιακής μεταβολής. Προς τον ίδιο σκοπό, βελτιώνεται η πρόβλεψη των κυρώσεων της δήμευσης και της υποχρεωτικής στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων.
Αρθρο ....
1. Η περίπτωση α της παραγράφου 12 του άρθρου 1 του ν.4065/2012  (Α'77) αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Ο έλεγχος της Επιτροπής ολοκληρώνεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2014».
2. Η περίπτωση β.i. της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν.3213/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«β.i. Ο έλεγχος της αρχικής δήλωσης αφορά στη διαπίστωση του αληθούς περιεχομένου για τα υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της περιουσιακά στοιχεία. Για τα μετέπειτα έτη ο έλεγχος, πέραν της διαπίστωσης του αληθούς περιεχομένου της δήλωσης, περιλαμβάνει, σε κάθε περίπτωση, τη διακρίβωση, εάν η απόκτηση νέων περιουσιακών στοιχείων ή η επαύξηση υφιστάμενων, δικαιολογείται από το ύψος των πάσης φύσεως εσόδων, σε συνδυασμό με τις δαπάνες διαβίωσης των υπόχρεων σε δήλωση προσώπων. Η δήλωση δεν θεωρείται ανακριβής ή ελλιπής σε περίπτωση επουσιώδους ανακρίβειας ή έλλειψης ή εφόσον, ύστερα από πρόσκληση του οργάνου ελέγχου, αποδεικνύεται η νομιμότητα της πηγής προέλευσης του ανακριβώς δηλωθέντος στοιχείου».
3. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν.4065/2012 διαγράφεται η φράση «, δύο έτη πριν,) και προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Ο έλεγχος γίνεται με βάση τις υποβληθείσες δηλώσεις, τα εκάστοτε προσκομισθέντα παραστατικά και τις διαθέσιμες φορολογικές δηλώσεις, με την επιφύλαξη της παραγράφου 8, εάν η επιτροπή κρίνει ότι συντρέχει αποχρών λόγος προς τούτο. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται η διάταξη της περίπτωσης β i της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν.3213/2003».
4. α. Η παράγραφος 2 του άρθρου 9 του ν.3213/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Στον υπαίτιο των αδικημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 4, 5, 6 παράγραφος 2 και 8 παράγραφος 2 επιβάλλεται και αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων από ένα (1) έως πέντε (5) έτη, αν η ποινή είναι φυλάκιση, και από δύο (2) έως δέκα (10) έτη, αν η ποινή είναι κάθειρξη. Η έκπτωση του υπαιτίου από το αιρετό δημόσιο, δημοτικό ή κοινοτικό αξίωμα ή τη δημόσια, δημοτική ή κοινοτική θέση που κατέχει, ως συνέπεια της αποστέρησης των πολιτικών του δικαιωμάτων, επέρχεται αυτοδικαίως μόλις η καταδικαστική απόφαση καταστεί αμετάκλητη και δεν μπορεί να αποκλειστεί με εφαρμογή του άρθρου 64 του Ποινικού Κώδικα».
β. Η περίπτωση β της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν.3213/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Τα περιουσιακά στοιχεία που δεν δηλώθηκαν στην περίπτωση κάποιου από τα αδικήματα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6, και εφόσον δεν έχει προηγηθεί εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 2, δημεύονται με την καταδικαστική απόφαση, εκτός αν ο υπαίτιος αποδεικνύει τη νόμιμη προέλευσή τους».
γ. Η περίπτωση γ της παραγράφου 12 του άρθρου 1 του ν.4065.2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ειδικότερα, εφόσον από τον έλεγχο προκύψει αδικαιολόγητη απόκτηση ή επαύξηση περιουσιακών στοιχείων, συντάσσεται σχετική έκθεση, η οποία αποστέλλεται στον Γενικό Επίτροπο της Επικράτειας για το ενδεχόμενο συνδρομής περίπτωσης καταλογισμού κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ανακύπτει περίπτωση ποινικής ευθύνης, η έκθεση αποστέλλεται στο αρμόδιο για την άσκηση ποινικής δίωξης όργανο».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου