Επιτέλους, πήρε το
Νόμπελ Οικονομίας και ένας οικονομολόγος (Ζαν Τιρόλ) που δεν ανήκει στη σχολή
του επιθετικού νεοφιλελευθερισμού. Τα τελευταία χρόνια, με ελάχιστες εξαιρέσεις,
βραβεύτηκαν καθηγητές που αποθέωναν την αγορά και προέτρεπαν τις κυβερνήσεις να
μην παρεμβαίνουν στα οικονομικά πράγματα, γιατί όλα μπορεί να τα ρυθμίσει επωφελώς για την κοινωνία το
αόρατο χέρι της αγοράς. Βεβαίως, οι ίδιοι άνθρωποι, όταν μεγάλες και
συστημικές τράπεζες απειλήθηκαν με κατάρρευση, κάλεσαν τα κράτη (δηλαδή το ορατό
χέρι) να παρέμβουν για να τις κρατήσουν στη ζωή γιατί έτσι θα σώζονταν και οι
οικονομίες. Οι δεξιές και σοσιαλδημοκρατικές
κυβερνήσεις έπραξαν το «καθήκον» τους και κοινωνικοποίησαν τις ζημιές, χωρίς
βεβαίως να πειράξουν τις σχέσεις ιδιοκτησίας και σε πολλές περιπτώσεις χωρίς να
ακουμπήσουν τις εξωφρενικές αμοιβές των στελεχών. Οπως γίνεται συνήθως
στον καπιταλισμό-καζίνο, άλλοι πλήρωσαν και άλλοι ευνοήθηκαν. Ο Γάλλος
νομπελίστας Ζαν Τιρόλ έχει υποστηρίξει ανοιχτά ότι το κραχ του 2008 και η κρίση
ήταν συνέπεια των αναποτελεσματικών θεσμών εποπτείας του τραπεζικού τομέα. Με
την άποψη αυτή έχουν συνταχθεί πολλοί ειδικοί, ωστόσο η συζήτηση για τη
δημιουργία μηχανισμών ελέγχου είναι ακόμη στο αρχικό στάδιο, εξαιτίας της
λυσσαλέας αντίδρασης από την πλευρά των ελίτ του χρήματος που έχουν ισχυρές
προσβάσεις στην πολιτική τάξη και την αμέριστη συμπαράσταση των οργανικών
διανοούμενων του συστήματος, οι οποίοι αναλαμβάνουν να λουστράρουν τη θεωρία του
μονόδρομου. Ενα τμήμα της εργασίας του Ζαν Τιρόλ αφορά τα καρτέλ. Εξαιρετικά
σοβαρό ζήτημα, γιατί σχεδόν παντού στη Δύση έχουμε συρρίκνωση του δημόσιου τομέα
και πέρασμα των μεγάλων φυσικών μονοπωλίων στα χέρια ιδιωτικών
εταιρειών.
Τι μας
λένε συστηματικά και επί χρόνια οι ντόπιοι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού; Οτι η
Ελλάδα είναι η τελευταία εστία του υπαρκτού σοσιαλισμού (!) στην Ευρώπη γιατί
έχει μεγάλο, σπάταλο και αναποτελεσματικό κράτος και γιατί δεν προχωράνε οι
ιδιωτικοποιήσεις, που είναι κανόνας στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαικής Ενωσης.
Εδώ και μια εικοσαετία έχουν ξεκινήσει οι παρεμβάσεις στο πεδίο αυτό, που
στεγάζονται υπό τον κομψό και αθώο ιδεολογικά τίτλο «διαρθρωτικές
μεταρρυθμίσεις». Ιδιαίτερα όμως την περίοδο του μνημονίου και υπό την πίεση των
ξένων δανειστών, η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου έχει βγάλει στο σφυρί φιλέτα του
Δημοσίου με το επιχείρημα ότι έτσι θα εξοικονομηθούν πόροι που θα διατεθούν για
κοινωνική πολιτική και θα αυξηθεί ο ανταγωνισμός στην οικονομία, αφού στη θέση
του κρατικού μονοπωλίου θα εγκατασταθούν ιδιώτες και το αποτέλεσμα που θα
προκύψει θα είναι φτηνότερες και καλύτερες υπηρεσίες. Το ένα ψέμα μετά το άλλο.
Τα χρήματα που συγκεντρώνονται από τις
ιδιωτικοποιήσεις, κατά κανόνα πολύ λιγότερα από την πραγματική αξία των
επιχειρήσεων που εκποιούνται, πηγαίνουν στην εξυπηρέτηση του χρέους, ενώ την
ίδια στιγμή οι δημόσιες δαπάνες μειώνονται θεαματικά, με συνέπεια η Παιδεία και
η Υγεία να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα λειτουργίας. Επίσης,
όπως έχει φανεί, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε αρκετές χώρες της Ευρώπης,
η ιδιωτικοποίηση απλώς αντικαθιστά το δημόσιο
μονοπώλιο με το ιδιωτικό και οι κυβερνήσεις σε πολλές περιπτώσεις καταλήγουν να
χρηματοδοτούν τους ιδιώτες επενδυτές αντί να συμβαίνει το
αντίθετο.
Ο
καθηγητής Κοινωνιολογίας Κόλιν Κράουτς θέτει δύο ερωτήματα: «Μια ιδιωτικοποίηση
θα δημιουργήσει πραγματικό ανταγωνισμό, από τον οποίο θα επωφεληθούν οι
καταναλωτές; Και ο ιδιωτικός τομέας θα παράσχει χρηματοδότηση, η οποία δεν θα
απαιτεί πρόσθετη κυβερνητική υποστήριξη; Εάν η απάντηση και στα δύο ερωτήματα
είναι “ναι”, τότε υπάρχουν μικρά περιθώρια για να εναντιωθούμε στην
ιδιωτικοποίηση. Ωστόσο, πολύ συχνά είναι πολύ δύσκολο για τους θιασώτες των
ιδιωτικοποιήσεων να δώσουν πειστικά μια καταφατική απάντηση» («Εφ.Συν.»,
27-7-2013). Συνέβη στη Μ. Βρετανία της Μάργκαρετ Θάτσερ, συμβαίνει και στην
Ελλάδα των Σαμαρά – Βενιζέλου. Ο ΟΠΑΠ, κερδοφόρος οργανισμός, πέρασε σε ιδιώτες
και το κρατικό μονοπώλιο αντικαταστάθηκε από ιδιωτικό μονοπώλιο. Στο λιμάνι του
Πειραιά το κράτος παραχωρεί την εξουσία του στην COSCO. Η δεσπόζουσα θέση του
Δημοσίου στο νερό και την ενέργεια πολιορκείται από πανίσχυρα συμφέροντα, με την
κυβέρνηση να παίζει τον ρόλο της πέμπτης φάλαγγας. Πουλάνε τα περιφερειακά
αεροδρόμια και ταυτοχρόνως δίνουν προίκα στους υποψήφιους αγοραστές, αφού θα
επιβληθεί κεφαλικός φόρος από 14,5 έως 20 ευρώ ανά επιβάτη κατά τα πρότυπα του
«σπατόσημου». Μ’ άλλα λόγια, εγγυάται το κράτος σταθερή κερδοφορία στους
ιδιωτικούς ομίλους που θα έχουν την εκμετάλλευση των αεροδρομίων για 30 έως 50
χρόνια. Χωρίς ρίσκο και με εξασφαλισμένα τα κέρδη σε βάθος χρόνου, ο καθένας
μπορεί να γίνει επενδυτής. Αρκεί φυσικά να έχει τις άκρες του στην «κυβέρνηση
σωτηρίας». Αυτό το μοντέλο δεν παραπέμπει φυσικά στον υπαρκτό σοσιαλισμό, αλλά
στον αρπακτικό καπιταλισμό, που στην περίπτωση της Ελλάδας είναι και
κρατικοδίαιτος.
Του Τάσου Παππά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου