Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Ν.Σ.Κ.: «Κανείς δεν μπορεί να κλέβει και να κοιμάται ήσυχος»

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Με γνώμονα την προάσπιση των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου, ως συνταγματικά κατοχυρωμένο θεσμικό ρόλο των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, αισθανόμαστε την ανάγκη να εκφράσουμε την αντίθεσή μας στην σχεδιαζόμενη κατάργηση του ειδικού νόμου 1608/1950 «Περί αυξήσεως των ποινών των προβλεπομένων για τους καταχραστάς του Δημοσίου».
Πράγματι, στο άρθρο 324 του αναρτηθέντος στο διαδίκτυο σχέδιο νόμου του νέου Ποινικού Κώδικα ρητά προβλέπεται η κατάργηση του νόμου αυτού.
Όπως είναι γνωστό, στο νόμο 1608/1950 προβλέπεται ότι για τα αδικήματα της πλαστογραφίας, της πλαστογραφίας και κατάχρησης ενσήμου, της παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας, ψευδούς βεβαίωσης και νόθευσης εγγράφου, υπεξαίρεσης, υπεξαίρεσης περί την υπηρεσία, απάτης και κλοπής, εφόσον στρέφονται κατά του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ ή των νομικών προσώπων του άρθρου 263Α του Π.Κ.και το όφελος που επεδίωξε ή πέτυχε ο δράστης ή η ζημία που προξένησε στο Δημόσιο υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ, επιβάλλεται η ποινή της κάθειρξης και εφόσον συντρέχουν ιδιαζόντως επιβαρυντικές περιστάσεις επιβάλλεται η ποινή της ισοβίου καθείρξεως.
Είναι πρόδηλο ότι με το ν. 1608/1950 επιδιώκεται και μάλιστα με τρόπο ιδιαίτερα εμφατικό η οξεία ποινική καταστολή των προσβολών της περιουσίας του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Το ανωτέρω προκύπτει και από την Αιτιολογική Έκθεση του ν. 1608/1950 (βλ. αυτή σε Κώδικα Θέμιδος 1950 σελ. 770 επ), όπου αναφέρεται : « Αι καταχρήσεις του δημοσίου χρήματος, διαπραττόμεναι είτε παρά ιδιωτών είτε παρά δημοσίων λειτουργών, επέσυρον παρ΄ ημίν κατά τα τελευταία έτη την προσοχήν του νομοθέτου. Κατά το 1924 εις εποχήν καθ’ ην τα αδικήματα ταύτα ήσαν κατ’ εξοχήν επιπολάζοντα, λόγω του εκ του πολέμου προκληθέντος κοινωνικού σάλου η Πολιτεία εθέσπισε ιδιαιτέραν διαδικασίαν αναθέσασα την εκδίκασιν αυτών εις τα συσταθέντα τότε Πενταμελή Εφετεία. Ήδη ευρισκόμεθα εις περίοδον χείρονα εκείνης, ήτις είχε δημιουργηθεί μετά την λήξιν του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, νέαι δε καταχρήσεις αποκαλυπτόμεναι συνταράσσουν την κοινήν γνώμην….
Αδίστακτοι εγκληματίαι παρακινούμενοι από τον ασήμαντον επαγγελματικόν κίνδυνον τον οποίον συνιστούν αι ποιναί αυταί, επιδίδονται εις πράξεις λεηλασίας του δημοσίου πλούτου, προσβαλλούσας όχι μόνον την πίστην του Κράτους και τα συμφέροντα των βαρύτατα φορολογουμένων πολιτών , αλλά και αυτά τα στοιχειωδέστερα αισθήματα ανθρώπινης δικαιοσύνης και ισότητος» .
Παρά ταύτα, στο σχέδιο του νέου Π.Κ καθίσταται εμφανής η προσπάθεια «μείωσης των ποινών» που συνδέονται με την προστασία της δημόσιας περιουσίας.
Ειδικότερα:
Α) τα αδικήματα της ενεργητικής δωροδοκίας προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό, μέλος της Κυβέρνησης, Περιφερειάρχη, Δήμαρχο (129 παρ 1), Δικαστικό λειτουργό (141 παρ2 ),Υπάλληλο (άρθρο 165), της πλαστογραφίας και κατάχρησης ενσήμων, της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης από κακουργήματα μετατρέπονται σε πλημμελήματα, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ούτε το ύψος της ζημίας που προκλήθηκε στο δημόσιο, ούτε το ποσό της δωροδοκίας, ούτε η κατ’ επάγγελμα τέλεση του αδικήματος.
Στην περίπτωση δε που ήθελε κριθεί ότι συντρέχουν ιδιαζόντως επιβαρυντικές περιστάσεις, το σχέδιο νόμου προβλέπει ότι ο δράστης θα τιμωρηθεί όχι με την ποινή της ισοβίου καθείρξεως που ορίζει σήμερα ο ν. 1608/1950, αλλά με ποινή φυλάκισης έως πέντε έτη!
Β) Η «μείωση των ποινών» είναι εμφανής και για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας, αφού η ποινή της ισοβίου καθείρξεως όταν συντρέχουν οι επιβαρυντικές περιστάσεις, αντικαθίσταται με κάθειρξη έως 10 ετών, ενώ για τα αδικήματα της πλαστογραφίας, της υπεξαίρεσης , της απιστίας, της διακεκριμένης κλοπής, η ποινή της ισοβίου καθείρξεως, όταν συντρέχουν οι επιβαρυντικές περιστάσεις, αντικαθίσταται με κάθειρξη έως 15 ετών.
Περαιτέρω, αβίαστα προκύπτει ότι οι συνέπειες της κατάργησης του ν.1608/1950 θα είναι καταλυτικές και για τις ήδη εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις (μεταξύ αυτών και οι αφορώσες τα εξοπλιστικά προγράμματα), δεδομένου ότι με τον τρόπο αυτό καθίσταται ορατός ο κίνδυνος απαλλαγής λόγω παραγραφής, ενός μεγάλου αριθμού κατηγορουμένων και καταδικασθέντων δημοσίων λειτουργών για αδικήματα όπως τα ανωτέρω.

Επισημαίνεται, ότι από την εντατική προσπάθεια των ανακριτικών και δικαστικών αρχών έχει καταστεί δυνατή η επιστροφή από κατηγορούμενους για αδικήματα του ν. 1608/1950 ποσών συνολικού ύψους περίπου 40.000.000 €, τα οποία και κατατίθενται σε ειδικό λογαριασμό υπέρ του Δημοσίου, επιτυχία που είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αυστηρότητα των ποινών που προβλέπονται στον υπό κατάργηση νόμο.

Σαν κατακλείδα παρατίθεται η πρόσφατη αποστροφή του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και Προέδρου της Αρχής κατά της νομιμοποίησης μαύρου χρήματος Παναγιώτη Νικολούδη κατά την κατάθεσή του στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, σύμφωνα με την οποία «Κανείς δεν μπορεί να κλέβει και να κοιμάται ήσυχος».
Για όλους τους ανωτέρω λόγους,
Καλούμε
Την Πολιτεία να μην χωρήσει στην κατάργηση, αλλά ούτε και στην επί το ευμενέστερο για τους δράστες των εγκλημάτων κατά του Δημοσίου τροποποίηση του ειδικού νόμου 1608/1950.
Για το ΔΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου