Δευτέρα 12 Μαρτίου 2012

Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ


Ο επόμενος δρόμος για την διαχείριση του χρέους.
      Είναι γενικώς παραδεκτό ότι το χρέος της Χώρας μας ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι υπερβολικό  και δυσκόλως, αν όχι μη διαχειρίσιμο. Είναι επίσης πανθομολογούμενο ότι την κύρια ευθύνη για τη  διόγκωσή του τη φέρνει το πολιτικό  μας  σύστημα που για λόγους μικροκομματικής πολιτικής δε φρόντισε να νοικοκυρέψει τα οικονομικά και να  λάβει μέτρα αναπτυξιακά. Γι΄ αυτό είναι ουτοπία να  πιστεύει κανείς  ότι το υπάρχον πολιτικό σύστημα που μας  έφερε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας είναι ικανό να μας βγάλει από το σημερινό αδιέξοδο. Άλλωστε, η πολιτική που εφαρμόστηκε και εφαρμόζεται ως τώρα με την  οριζόντια περικοπή  μισθών και συντάξεων και την  επιβολή άδικων  αντιλαϊκών φορολογικών βαρών βάθυνε τη ύφεση, με  αποτέλεσμα  την αύξηση των  ελλειμμάτων και  συνακόλουθα του χρέους.
  Βέβαια, η  αναδιάρθρωση του χρέους (PSI)  όχι μόνο  δεν ελαφρύνει  από τους ώμους  των Ελλήνων  το βάρος, αλλά το κάνει πιο βαρύ , γιατί  το χρέος  με το δάνειο των 130 δισεκ. ευρώ  ανέρχεται πάλι στα ίδιο ποσό.
  Γι΄ αυτό, κατά  τη γνώμη  μου, επιβάλλεται α κηρυχθεί  ως παράνομο  και  επαχθές και να  διεκδικηθεί  δικαστικά  η διαγραφή του.
      Πράγματι, το χρέος μας,  αν όχι στο σύνολό του, κατά ένα σημαντικό τουλάχιστον μέρος είναι παράνομο και επαχθές για τους εξής λόγους:
    Είναι κοινή πεποίθηση ότι μεγάλες εταιρείες  δανειοδότριων χωρών  δωροδόκησαν πολιτικούς επί σειρά ετών,  προκειμένου να υπογράψουν συμβάσεις ανάληψης έργων, τα οποία εκτελέστηκαν με δάνεια.
  Υπέρογκα δανεικά χρήματα  δαπανήθηκαν για την οργάνωση των Ολυμπιακών αγώνων  και την κατασκευή των ολυμπιακών έργων, τα οποία μετά τη διεξαγωγή της ολυμπιάδας αφέθηκαν στην τύχη τους, με αποτέλεσμα να  ρημάζουν και να μεταβάλλονται σε  ερείπια.
 Επίορκοι πολιτικοί χρέωσαν τη χώρα μας για την  αγορά – ίσως και κατόπιν  πιέσεων- οπλικών  συστημάτων και μάλιστα ελαττωματικών ( υποβρύχια, άρματα μάχης….).
   Τα δάνεια  σπαταλήθηκαν για  μικροκομματικές σκοπιμότητες και  εκμαυλισμό συνειδήσεων για λόγους ψηφοθηρικούς, χωρίς να διοχετευτούν στην παραγωγή και την ανάπτυξη.
 Η Ε.Ε.  γνώριζε  την οικονομική κατάσταση της χώρας μας και εντούτοις δεν έπαιρνε κανένα μέτρο, για να μας αποτρέψει από παράλογους δανεισμούς,  να μας πιέσει, όπως  όφειλε , για τον περιορισμό  των ελλειμμάτων, ενώ χωρίς κανέναν έλεγχο δεχόταν τα πλαστά  στατιστικά στοιχεία, για εξυπηρέτηση ίσως εθνικών συμφερόντων τους.
  Η κεντρική  Τράπεζα  της  Γερμανίας , ίσως  και άλλων  ευρωπαϊκών  χωρών, παρά  την κρίση, το 2011 αύξησε σημαντικά τα κέρδη της από τους τόκους των δανείων που μας  χορήγησε.
    Τα δάνεια που μας  χορηγούνται αναλώνονται για την  πληρωμή  των τοκοχρεολυσίων και μόνο, με τίμημα την επαχθή λιτότητα που  βαθαίνει την ύφεση, αυξάνει τα ελλείμματα και συνεπώς και το χρέος.
  Για τη σταθεροποίηση δήθεν της  οικονομίας μας, διαλύθηκε το Κράτος Πρόνοιας, καταρρακώθηκε το  Ε.Σ.Υ.  ( οι ασφαλισμένοι μισθωτοί και συνταξιούχοι  εξακολουθούν  να πληρώνουν  για υγειονομική  περίθαλψη, χωρίς και να έχουν στην ουσία),  υποβαθμίστηκε η παιδεία, μειώθηκαν οι δημόσιες επενδύσεις για  δημόσια έργα, με αποτέλεσμα  την εκτίναξη της  ανεργίας, δεν  υπάρχει ρευστότητα στην αγορά- μολονότι οι τράπεζες επιδοτήθηκαν  τα δύο τελευταία χρόνια με  125 δις. Ευρώ- και ως  εκ τούτου κλείνουν οι  μικρομεσαίες επιχειρήσεις, πολλαπλασιάστηκαν οι φτωχοί, οι άστεγοι, τα συσσίτια και οι άνθρωποι που ψάχνουν να βρουν τροφή στα σκουπίδια, η κατάθλιψη έχει  καταντήσει μάστιγα και αυξήθηκαν  οι αυτοκτονίες. Όλα αυτά συντελέστηκαν δήθεν για το λαό χωρίς όμως να  γνωρίζει ή και να ρωτηθεί ο λαός.
 Απ΄ όλα τα παραπάνω, και πολλά άλλα που  δεν  αναφέρονται  για λόγους οικονομίας , γίνεται φανερό ότι το χρέος είναι παράνομο και επαχθές,  γι΄ αυτό και  ο λαός πρέπει να  αφυπνιστεί, να πάρει την τύχη στα χέρια του και να  επιλέξει μια λογιστική επιτροπή από  ειδήμονες- όχι βέβαια πολιτικούς- , η οποία θα διερευνήσει αν και κατά πόσο το χρέος  μας  είναι παράνομο και επαχθές, ώστε να διεκδικήσει δικαστικά τη διαγραφή του. Μόνο τότε υπάρχει η δυνατότητα για οικονομική ανάπτυξη και  ευημερία των πολιτών.